20/3/10

Ζωντανή Μετάδοση (The Truman Show, 1998)

Ζωντανος κινηματογραφος…

-ΠΡΟΦΗΤΕΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΦΥΛΑΚΗ: Με το Truman Show, o Peter Weir αγγιξε τα ορια του σινεμα. Τοποθετωντας τον ηρωα του (Truman Burbank) στο κεντρο ενος μικροκοσμου μεσα στον οποιο παρακολουθειται απο χιλιαδες καμερες που μεταδιδουν την εικονα του σε δισεκατομμυρια θεατες σε ολο τον πλανητη, πετυχε να αγγιξει την ουσια του κινηματογραφου, που περιγραφεται απολυτα απο το τριπτυχο: διασκεδαση, τεχνη, προβληματισμος. Ταυτοχρονα αποδεικνυει αυτο που αμετρητοι σκηνοθετες προσπαθησαν να αμφισβητησουν με τον τροπο τους ανα τους αιωνες: Το σεναριο ειναι αυτο που σφραγιζει την αξια μιας ταινιας. Και στο Truman Show, μια απλης συλληψης ιδεα απο τον Andrew Niccol μετατρεπεται σε μια ιστορια απιστευτων κοινωνικων, πολιτικων και θρησκευτικων επεκτασεων.

Ολα για τη Μητέρα μου (Todo Sobre Mi Madre, 1999 )

«Η ταινία αυτή αφιερώνεται στην Bette Davis, τη Romy Schneider, την Gena Rowlands. Σε όλες τις ηθοποιούς που έπαιξαν το ρόλο της ηθοποιού. Σε όλες τις γυναίκες που παίζουν το ρόλο της γυναίκας κάθε μέρα και όλους τους άντρες που παίζουν το ρόλο της γυναίκας κάθε νύχτα. Σε όλες τις γυναίκες που θέλουν να γίνουν μητέρες. Σε όλες τις μητέρες. Στη μητέρα μου». Με αυτόν τον τρόπο κλείνει ο Pedro Almodóvar την πιο αυθεντική και προσωπική σελίδα της φιλμογραφίας του, έναν ύμνο για τη γυναίκα και μια υπόκλιση στο μεγαλείο της μητρικής μορφής. Στα μάτια της βλέπει τη δύναμη της αφοσίωσης, τον πόνο της μοναξιάς και τη μοναξιά του πόνου, μια πανανθρώπινη αγκαλιά ελπίδας και αγάπης ικανή να κατανικήσει κάθε βιολογικό φραγμό. Στο επίκεντρο του συμβολικού του κόσμου, ο Ισπανός σκηνοθέτης εγκαταλείπει τη Manuela (Cecilia Roth) να θρηνεί για το χαμό του γιου της που δεν θα προλάβει να μάθει για τον πατέρα του. Αυτόν, που τώρα θα αναζητήσει μετά από 18 ολόκληρα χρόνια απουσίας, και πλέον ονομάζεται… Λόλα. Το αλλόκοτο, σουρεαλιστικό σύμπαν του Almodóvar  είναι και πάλι παρών, με ένα ψηφιδωτό από πόρνες και τραβεστί να ακολουθούν ένα σενάριο που συχνά μοιάζει να ακροβατεί μεταξύ του ακραίου χιούμορ και του μελοδράματος.

19/3/10

Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία (Trois Couleurs: Bleu, 1993)

Μπλε. Η Ελευθερία ως ουμανιστική ιδέα όπως αποτυπώνεται στην πρώτη ρίγα της Γαλλικής σημαίας και η Ελευθερία ως ατομική διάσταση όπως την καταγράφει η εκφραστική κινηματογραφική πένα του τελευταίου σκηνοθέτη της ψυχής. Εκεί που το τέλος συναντά μια νέα αρχή, εκεί που συναισθήματα απειλούνται από αποκαλύψεις μιας στιγμής, εκεί που οι αναμνήσεις στέκουν ως τείχη αδιαπέραστα μπροστά στην ανάγκη διαφυγής, ο Krzysztof Kieslowski προσαρμόζει τη θέληση ως κλειδί και την αγάπη ως όχημα της λυτρωτικής απελευθέρωσης. Ο δρόμος της απώλειας θα γίνει το εφαλτήριο για την εσωτερική αναδόμηση της Julie (Juliette Binoche).

18/3/10

Τρία Χρώματα: Η Κόκκινη Ταινία (Trois Couleurs: Rouge, 1994)


…10 π.μ. και κάτι λεπτά. Καφές και τσιγάρο δίπλα στα πλήκτρα. Στην οθόνη το απόλυτο λευκό να διαταράσσεται από φευγαλέες λέξεις που γρήγορα εξαφανίζονται. Κόκκινο. Από πού να ξεφυτρώσουν εκφράσεις ικανές να ξεκλειδώσουν τη σιωπή της ψυχής σε ένα χείμαρρο από φθόγγους, τέτοιους που να συνθέσουν την απόλυτα πρέπουσα μελωδία για εικόνες και έννοιες που η μοίρα αξίωσε να με συνοδεύουν μια ζωή; Να ‘πρεπε να μοιάζει με μελωδία του Preisner; Έτσι λέω. Ακατόρθωτα πράγματα, ειδικά για τόσο πρωί. Πήγε και 11. Πιάνω τα κλειδιά από το γραφείο, ρίχνοντας μια ματιά στο αινιγματικό βλέμμα της Irène Jacob που κοιτάζει το άπειρο της αφίσας κάτω από το προστατευτικό τζάμι. Ένα βλέμμα απροσδιόριστο, από αυτά που μοιάζουν να έχουν στοιχειωθεί μέσα τους οι απορίες, οι χαρές, οι λύπες αιώνων, μα και πάλι τόσο κενό και ανέκφραστο λες και η σιωπή το έχει καθηλώσει σε ένα μοναχικό μονόδρομο χαραγμένο έτσι ώστε να μην τέμνεται με κανέναν άλλον. Αυτό είναι, η μοναξιά και το αδιέξοδο των σχέσεων, η προσωπική θυσία που απαιτείται για να συγκλίνεις δύο παράλληλες πορείες ζωής, καλές ιδέες για την αρχή του κειμένου.